Γνωρίστε τα φυτά και δένδρα στον προαύλιο χώρο της Παιδαγωγικής Σχολής.

Αειθαλής δενδρόμορφος θάμνος της οικογένειας των Πιτοσποριδών Pittosporaceae), με σκληρά, βαθυπράσινα γυαλιστερά φύλλα και λευκοκίτρινα, αρωματικά άνθη σε σκιάδια, που εμφανίζονται από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο. Μπορεί να φτάσει τα 4,6 μέτρα σε ύψος και περίπου το ίδιο σε πλάτος διαμορφώνοντας και μικρά δένδρα. Είναι ανθεκτικός στην ατμοσφαιρική μόλυνση, στην ξηρασία και στα σταγονίδια της θάλασσας. Περιέχει κάποιες τοξικές ουσίες που είναι εντομοαπωθητικές. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε μεμονωμένες φυτεύσεις αλλά κυρίως για φυτικούς φράχτες και μπορντούρες.

Αειθαλές υπεραιωνόβιο, πολύ ανθεκτικό δένδρο μέτριας ανάπτυξης της οικογένειας Φηγοειδών (Fagaceae). Είναι φυτό της Μεσογείου που αναπτύσσεται σε βαθιά, γόνιμα, μέτρια υγρά εδάφη με καλή αποστράγγιση, σε ηλιόλουστες ή ημισκιερές θέσεις και σε θερμότερες περιοχές. Έχει ωραία σφαιρική κόμη, χαρακτηριστικούς καρπούς με ένα κύπελλο στη βάση τους, τα βελανίδια. Έχει καλλωπιστική αξία, φυτεύεται κυρίως σε δενδροστοιχίες ή μεμονωμένα σε κήπους και πλατείες και σπανιότερα χρησιμοποιείται σε φράχτες.

Πολυετές αρωματικό φυτό της οικογένειας των Γερανιοειδών (Geraniaceae), με καταγωγή από τη Ν. Αφρική. Έχει υπέροχα άνθη, σε αποχρώσεις ροζ-μωβ, με περίοδο ανθοφορίας τους μήνες Απρίλιο-Μάιο. Η αρμπαρόριζα έχει χαρακτηριστικά οδοντωτά φύλλα που αναδίνουν ένα έντονο άρωμα όταν τα τρίβουμε. Εμφανίζει έρπουσα ανάπτυξη, είναι γρήγορης ανάπτυξης και προτιμάει ηλιόλουστες ή και ημισκιαζόμενες θέσεις. Χρειάζεται ελαφρύ αμμώδες έδαφος με καλή αποστράγγιση. Δεν έχει ιδιαίτερες ανάγκες σε υγρασία και θρεπτικά στοιχεία και μπορεί να αναπτυχθεί ακόμη και σε άγονα εδάφη. Είναι σχετικά ευαίσθητη στο ψύχος, γι’ αυτό και συναντάται κυρίως σε παράκτιες περιοχές, όπου επικρατούν ήπιοι χειμώνες. Χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική.

Πολυετής αειθαλής αρωματικός θάμνος της οικογένειας των Αστεροειδών (Asteraceae). Φυτό φωτόφιλο, ανθεκτικό στην ξηρασία με μικρές εδαφικές απαιτήσεις. Έχει φύλλωμα αρωματικό, πολυσχιδές, γκριζωπό, με βελούδινη υφή. Βρίσκεται αυτοφυές στις παραμεσόγειες περιοχές. Πολύ διαδεδομένο και γνωστό από την εποχή του πατέρα της Ιατρικής Ιπποκράτη για τις θεραπευτικές του ιδιότητες, αφιερωμένο στη θεά Άρτεμη. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε παρτέρια, σε ομαδικές φυτεύσεις για δημιουργία πλαισίων, κατά μήκος διαδρομών και σε βραχόκηπους.

Φυλλοβόλος αγκαθωτός θάμνος της οικογένειας των Βερβεριδοειδών (Berbaridaceae). Κατάγεται από χώρες της Ασίας και της Ευρώπης και είναι ιθαγενές της Ισπανίας. Έχει πυκνή βλάστηση, στρογγυλά μικρά κόκκινα φύλλα που το φθινόπωρο σκουραίνουν και μικρά κίτρινα άνθη. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε μπορντούρες, βραχόκηπους και σε παρτέρια με άλλους θάμνους.

Ημιαναρριχώμενο ανθεκτικό φυτό της οικογένειας Ελαιοειδών (Oleaceae). Δεν έχει ιδιαίτερες καλλιεργητικές απαιτήσεις, ύψους μέχρι 3μ., με μέτριο ρυθμό ανάπτυξης και με βλαστούς που κρέμονται προς τα κάτω. Ανθίζει από τον Μάρτιο ως τον Μάιο με άνθη κίτρινα, ημίδιπλα, άοσμα, μοναχικά, πριν την έκπτυξη των φύλλων. Έχει αξία καλλωπιστική χάρη στην πρώιμη και πλούσια ανθοφορία του. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται για μπορντούρες, εδαφοκάλυψη, και κάλυψη περιφράξεων.

Αειθαλής, αναρριχώμενος θάμνος, της οικογένειας των Αποκυνοειδών (Apocynaceae), ιθαγενής της Κίνας. Τα άνθη του είναι κυρίως λευκά, αρωματικά, απαντώνται όμως και κόκκινα, κίτρινα και ροζ. Ευδοκιμεί και στην Ελλάδα. Είναι αρωματικός και αναδύει ένα γλυκό πολύ ευχάριστο άρωμα. Ο καρπός του γιασεμιού είναι ράγα με δύο λοβούς. Είναι ευαίσθητο στο δυνατό κρύο και τον παγετό, ενώ αγαπά τη ζέστη και τη μεγάλη ηλιοφάνεια.

Θάμνος αειθαλής της οικογένειας των Κυπαρισσοειδών (Cuprssaceaea). Aναπτύσσεται γρήγορα και στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται ως φυτό εστίασης και για εδαφοκάλυψη.

Αρωματικό φυτό της οικογένειας των Δαφνοειδών (Lauraceae). Θάμνος που μπορεί να εξελιχθεί και σε δένδρο μέχρι 10μ ύψος. Έχει δερματώδη αρωματικά φύλλα και άνθη και κίτρινα μικρά άνθη. Στην Ελλάδα απαντάται και αυτοφυής. Φυτό γνωστό με τα λαϊκά ονόματα βάγια, δάφνη, δαφνολιά. Χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα στη φαρμακευτική, τη μαγειρική, την αρωματοποιία και την κηποτεχνία. Οι Αρχαίοι Έλληνες τη θεωρούσαν σύμβολο σοφίας και ποίησης και με τους κλώνους της δάφνης της Απολλωνείου, στεφάνωναν τους νικητές, συνήθεια που διατηρείται μέχρι σήμερα.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Ροδανθών (Rosaceae). Έχει γυαλιστερά στενόμακρα φύλλα και πυκνή βλάστηση. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε ομαδικές φυτεύσεις για δημιουργία φυτικού φράχτη.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Ροδανθών (Rosaceae) που μπορεί να εξελιχθεί και σε δένδρο ύψους 3 – 6 μ. Είναι ιθαγενές της Αν. Ευρώπης και Μ. Ασίας, Έχει φύλλα εξαιρετικού πράσινου χρωματισμού, λεία, στιλπνά και ευμεγέθη. Τα άνθη είναι μικρά, εύοσμα, ωχροκίτρινα, σε ταξιανθία βότρυος. Ανθίζει από τον Απρίλιο έως τον Μάιο. Αντέχει στο κρύο (–20°C) και την ξηρασία. Ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη. Έχει πυκνή και συμπαγή βλάστηση που επιδέχεται κλάδεμα σχήματος. Μπορεί να καλλιεργηθεί μεμονωμένα, ομαδικά, σε δενδροστοιχίες και σε φράχτες.

Το δενδρολίβανο είναι αρωματικός, αειθαλής θάμνος, ο οποίος ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών (Lamiaceae). Η καταγωγή του είναι από τις περιοχές της Μεσογείου, αλλά σήμερα, εκτός από τις περιοχές αυτές, καλλιεργείται ως καλλωπιστικό για τα ωραία κυανά άνθη του και το άρωμά του σε όλη σχεδόν την Ευρώπη και τις εύκρατες περιοχές της Αμερικής. Περιέχει τανίνη και αιθέριο έλαιο. Είναι πυκνόφυλλος και πολύκλαδος θάμνος, με ύψος που δεν ξεπερνά τα 2 μέτρα. Τα φύλλα του είναι δερματώδη, μικρά, γραμμοειδή και μοιάζουν με πευκοβελόνες. Η πάνω επιφάνεια των φύλλων έχει χρώμα σκούρο πράσινο και η κάτω επιφάνεια είναι ελαφρώς χνουδωτή, με χρώμα γκριζωπό. Τα άνθη βρίσκονται κατά ομάδες και βγαίνουν στις μασχάλες των φύλλων. Το χρώμα τους είναι μοβ, κυανόλευκο ή και λευκό. Ανθεκτικό στην ξηρασία, φυτρώνει και σε βραχώδεις ορεινές περιοχές. Έχει ευρεία χρήση στην κηποτεχνία και αρχιτεκτονική τοπίου σε πλαίσια και παρτέρια με άλλα φυτά.

Πολυετές ανθοφόρο έρπον φυτό της οικογένειας των Αστεροειδών (Asteraecae). Χαρακτηριστικό του είναι τα πολλά λουλούδια σε σχήμα μαργαρίτας. Χρειάζεται απαραίτητα ηλιόλουστα σημεία, αλλιώς τα άνθη της κλείνουν. Ανθίζει σχεδόν όλο τον χρόνο, από την άνοιξη έως τις αρχές του χειμώνα. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται για εδαφοκάλυψη και σε βραχόκηπους.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας Eleagnacae, με μικρά λευκά αρωματικά άνθη το φθινόπωρο και κόκκινους καρπούς το χειμώνα. Έχει δίχρωμα κίτρινα δερματώδη φύλλα με πράσινο περίγραμμα. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες θέσεις, ακόμη και σε άγονα και σχετικά ξηρά εδάφη. Αντέχει σε μεγάλο εύρος θερμοκρασιών, σε υφάλμυρα εδάφη και θαλάσσιους ανέμους, γι’ αυτό και ενδείκνυται για παραθαλάσσιες φυτεύσεις. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται για μπορντούρες και φυτικούς φράχτες.

Αειθαλές υπεραιωνόβιο δέντρο της οικογένειας των Ελαιοειδών (Oleaceae) με φύλλα αντίθετα, λογχοειδή, δερματώδη, με σκούρο πράσινο χρώμα στην άνω επιφάνεια και αργυρόχρωο στην κάτω. Τα άνθη του είναι λευκoκίτρινα, μονοπέταλα, πολύ μικρά και εμφανίζονται προς το τέλος του Μαΐου, ενώ ο καρπός ωριμάζει και συλλέγεται κατά τα τέλη του φθινοπώρου και αρχές του χειμώνα. Η ελιά ευδοκιμεί σε εύκρατα κλίματα χωρίς ακρότητες θερμοκρασίας και υγρασίας. Ενώ είναι φυτό κατεξοχήν καλλιεργούμενο για τους καρπούς, διατηρεί μια θέση εξέχουσα και στην κηποτεχνία και αρχιτεκτονική του τοπίου.

Το θυμάρι είναι ιθαγενές φυτό της Μεσογείου ιδιαίτερα αρωματικό που ανήκει στην οικογένεια των χειλανθών (Lamiaceae). Είναι πολυετής θάμνος, με ύψος περίπου 40 εκ. Προτιμά ελαφρά εδάφη και ηλιαζόμενες θέσεις. Είναι φυτό με φαρμακευτικές ιδιότητες, γνωστές από την αρχαιότητα. Είναι πλούσιο σε αιθέρια έλαια με πολλές χρήσεις στη φαρμακευτική, την κοσμετολογία, την αρωματοποιία, την ποτοποιία, τη ζαχαροπλαστική και τη μαγειρική. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε βραχόκηπους και για εδαφοκάλυψη.

Φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δέντρο της οικογένειας των Μαλαχοειδών (Malvaceae). Κατάγεται από την ανατολική Ασία. Το ύψος του φτάνει τα 2-3 μέτρα. Έχει φύλλα τρίλοβα, ελαφρώς οδοντωτά, νευρώδη, με ανοιχτό πράσινο χρώμα. Τα άνθη του μπορεί να είναι απλά ή διπλά, σε διάφορα χρώματα όπως λευκό, γαλάζιο, ροζ, κόκκινο, μωβ, κίτρινο, ενώ η ανθοφορία διαρκεί όλο το καλοκαίρι. Θεωρείται φυτό εύκολο στην καλλιέργεια του, χωρίς να απαιτεί ιδιαίτερες φροντίδες. Προτιμά τις ηλιόλουστες θέσεις ενώ αντέχει και στην ημισκιά. Είναι ανθεκτικό στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού και στην ξηρασία. Θεωρείται φυτό κατάλληλο για φύτευση σε παραθαλάσσιες περιοχές. Φυτεύεται μόνο του ή σε συστάδες, καθώς δημιουργεί ολάνθιστες δενδροστοιχίες σε διαδρόμους κήπων, πάρκα και δρόμους.

Εξαιρετικής αισθητικής φυλλοβόλος θάμνος ή μικρό δέντρο της οικογένειας των Ροδοειδών (Rosaceae). Είναι είδος με εξάπλωση στη νοτιοανατολική Ευρώπη και τη δυτική Ασία. Φτάνει σε ύψος τα 6-8 μέτρα. Έχει άνθη λευκορόδινα που εμφανίζονται τον Μάρτιο πριν τα φύλλα. Τα φύλλα είναι κατ’ εναλλαγή, με σχήμα ωοειδές, πριονωτές παρυφές και χρώμα σκουροκόκκινο. Φυτό ανθεκτικό στο κρύο, με προτίμηση στις ηλιόλουστες θέσεις και τα ελαφριάς σύστασης εδάφη. Φυτεύεται είτε μεμονωμένα είτε ομαδικά σε κήπους, πάρκα και πεζοδρόμια.

Φυλλοβόλο, καλλωπιστικό δέντρο της οικογένειας των Μορεοειδών (Moraceae), με σφαιρική, πλαγιόκλαδη κόμη που σχηματίζει μια πυκνή ομπρέλα. Κατάλληλο να σχηματίζει σκιά. Το ύψος του φτάνει τα 6-8 μέτρα. Αναπτύσσει μεγάλα, καταπράσινα, στιλπνά φύλλα που μοιάζουν με πλατανόφυλλα. Είναι ανθεκτικό είδος, αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες και φυτεύεται σε προσήλιες θέσεις γόνιμων, στραγγιζόμενων εδαφών.

Σκληραγωγημένος φυλλοβόλος θάμνος της οικογένειας των Ροδανθών (Rosaceae), δημοφιλής για το χρώμα που παρουσιάζει κατά το τέλος της άνοιξης και τις αρχές του χειμώνα. Το ύψος του κυμαίνεται από 1 έως 3 μέτρα. Το άνθος του έχει χρώμα κίτρινο και είναι σφαιρικό, θυμίζοντας μπάλα. Η κέρια ανθίζει τόσο σε πλήρη ήλιο όσο και σε σκιερά μέρη και σε μια ποικιλία εδαφών.

Αειθαλές φυτό, αναρριχώμενο ή έρπον της οικογένειας των Αραλιοειδών (Araliaceae). Γνωστό από την αρχαιότητα, από την εποχή του Ομήρου, ως σύμβολο ζωτικότητας. Είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό, έχει ελάχιστες απαιτήσεις, σχετικά γρήγορη ανάπτυξη και μεγάλη διάρκεια ζωής. Αναπτύσσεται καλύτερα σε ουδέτερα εδάφη με σκιά και μέτρια υγρασία. Δημιουργεί μικρές εναέριες ρίζες που βοηθούν στη συγκράτηση του φυτού κατά την αναρρίχηση σε διάφορα υποστηρίγματα. Τα φύλλα του είναι τοποθετημένα εναλλάξ, με μακρύ μίσχο, ωοειδή, τριγωνικά, ρομβοειδή και καρδιόσχημα. Κατάλληλο για την κάλυψη επιφανειών (παλαιών τοίχων, ερειπίων, βράχων) αλλά και για εδαφοκάλυψη, κάτω από δέντρα, σε όχθες ποταμών, ή για δημιουργία πυκνού φυτικού φράχτη εφόσον στηρίζεται σε δικτυωτό πλέγμα. Ο κισσός αναρριχώμενος σε κορμούς δέντρων συμπληρώνει την αισθητική του χώρου.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Ericaceae που μπορεί να εξελιχθεί και σε δένδρο. Έχει δερματώδη γυαλιστερά φύλλα, λευκά άνθη και κόκκινους εδώδιμους καρπούς. Είναι ιθαγενές φυτό της Μεσογείου. Συναντάται στα Ελληνικά δάση. Αναπτύσσεται σε χουμώδη, σχετικά ξηρά εδάφη, σε προστατευμένες από τους δυνατούς παγετούς, ηλιόλουστες θέσεις. Στην κηποτεχνία φυτεύεται σε ελεύθερους φράχτες και σε ομάδες.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Ροδανθών (Rosaceae) με γρήγορη ανάπτυξη. Έχει μικρά, γκριζοπράσινα φύλλα. Οι καρποί του είναι ράγες κόκκινου χρώματος. Δεν έχει ιδιαίτερες καλλιεργητικές απαιτήσεις, είναι ανθεκτικό στις ασθένειες. Ευδοκιμεί καλύτερα στον ήλιο, αλλά αντέχει και σε μερικώς σκιερές θέσεις. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται μεμονωμένα ή σε συστάδες για δημιουργία φυτικού φράκτη.

Δένδρο κωνοφόρο αειθαλές της οικογένειας των Κυπαρισσιοειδών (Cupressaceae). Έχει λεπιοειδή σταυρωτά και αντίθετα φύλλα, αρωματικά, που σε νεαρά φυτά είναι βελονοειδή. Οι καρποί του είναι ξυλώδεις και σφαιρικοί. Αναπτύσσεται ακόμη και σε ξηρά και άγονα, όξινα ή αλκαλικά εδάφη, σε ηλιόλουστες θέσεις. Φυτεύεται μεμονωμένα σε ανεμοφράκτες και δενδροστοιχίες ακόμη και σε παραθαλάσσιες θέσεις. Δέχεται κλάδεμα μορφοποίησης.

Πολυετής αρωματικός θάμνος της οικογένειας των Χειλανθών (Labiaceae). Έχει όρθιους βλαστούς που φύονται από τη βάση, γκριζοπράσινα λογχοειδή φύλλα με βελούδινη υφή. Οι ανθοφόροι βλαστοί καταλήγουν σε ταξιανθία τύπου στάχεος με χρώμα μωβ. Το αιθέριο έλαιο που περιέχουν τα φύλλα χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και τη φαρμακευτική. Τα αποξηραμένα άνθη του χρησιμοποιούνται για αρωματισμό του χώρου και προστασία από τους σκώρους. Το φυτό χρησιμοποιείται επίσης ευρέως στην κηποτεχνία και την αρχιτεκτονική τοπίου, σε ομαδικές γραμμικές φυτεύσεις κατά μήκος διαδρομών, και σε παρτέρια με άλλα αρωματικά φυτά.

Φυλλοβόλο δέντρο της οικογένειας των Σαλικιδών (Salicaceae), με καταγωγή από την Ευρώπη και την κεντρική Ασία. Το ύψος του κυμαίνεται από 15 έως 25 μέτρα. Τα υπέροχα φύλλα του, που είναι και το ελκυστικότερο μέρος του φυτού, έχουν αρκετά στρογγυλωπό σχήμα, μπλε-πράσινα στην επάνω επιφάνεια και χνουδωτά ασημόλευκα στην κάτω. Τα άνθη εμφανίζονται την άνοιξη, χωριστά τα θηλυκά από τα αρσενικά, αλλά είναι μικροσκοπικά και περνούν απαρατήρητα. Αναπτύσσεται καλύτερα σε ηλιόλουστες θέσεις και καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη. Είναι φυτό ανθεκτικό στο κρύο και τους αστικούς ρύπους. Κατάλληλο για μεγάλους αστικούς ή εξοχικούς κήπους, κήπους χαμηλής συντήρησης, κήπους φυσικής ανάπτυξης και ελεύθερου στυλ, πάρκα, ανεμοφράκτες, χωρίσματα, όρια μεταξύ του κήπου και της φυσικής βλάστησης αλλά και δρόμους, πεζοδρόμια ή διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των σπιτιών.

Φυλλοβόλο δέντρο της οικογένειας των Ιτεοειδών (Altingiaceae). Το ύψος του φτάνει τα 15 έως 25 μέτρα. Το φύλλωμά του είναι ιδιαίτερα ελκυστικό, ιδιαίτερα το φθινόπωρο χάρη στα έντονα χρώματα – κίτρινα, πορτοκαλί, πορτοκαλοκόκκινα. Τα άνθη του εμφανίζονται συνήθως από τον Μάρτιο έως τις αρχές Μαΐου. Αναπτύσσεται καλύτερα σε ηλιόλουστες θέσεις και σε όξινα, ελαφριάς σύστασης εδάφη. Φυτεύεται μεμονωμένα ή σε δεντροστοιχίες, σε πάρκα, πλατείες, πεζόδρομους και αυλές κατοικιών.

Πολυετής φυλλοβόλος θάμνος της οικογένειας των Βερβεριδών (Verbenaceae). Κατάγεται από τη Λατινική Αμερική απ’ όπου μεταφέρθηκε στην Ευρώπη τον 17ο αιώνα μ.Χ. από Ισπανούς και Πορτογάλους εξερευνητές και καλλιεργήθηκε για την παραγωγή αιθέριου ελαίου. Η Λουίζα είναι ένα αρωματικό φυτό, που τα φύλλα της αναδίδουν ένα ευχάριστο και δροσερό άρωμα λεμονιού. Το ύψος της φτάνει τα 1-2 μέτρα, διαθέτει βλαστούς που ξυλοποιούνται γρήγορα, μακρόστενα ανοιχτά πράσινα φύλλα και μικρά λευκά ή ρόδινα άνθη. Ανθίζει τους καλοκαιρινούς μήνες που είναι και η ιδανική περίοδος συλλογής της. Φυτεύεται στον κήπο, όσο και σε γλάστρα στο μπαλκόνι. Προτιμά δροσερά και γόνιμα εδάφη που στραγγίζουν ικανοποιητικά, ενώ θεωρείται από τις πιο απαιτητικές καλλιέργειες σε νερό. Χρειάζεται προστασία από τους βορεινούς ανέμους και τον έντονο μεσημεριανό ήλιο κατά τους θερμούς μήνες. Είναι φαρμακευτικό και αρωματικό φυτό με πολλές χρήσεις από τη μαγειρική έως τον καλλωπισμό. Από τους αρχαιότατους χρόνους χρησιμοποιούνταν στην καταπολέμηση διάφορων τύπου πόνων.

Αειθαλές δέντρο της οικογένειας των Μαγνολιολειδών (Magnoliaceae) με εντυπωσιακά μεγάλα και αρωματικά λευκά άνθη. Κατάγεται από τις νοτιοανατολικές πολιτείες των Η.Π.Α. Το ύψος του μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει τα 15 μέτρα. Έχει μεγάλα, στιλπνά στην άνω επιφάνεια, σκουροπράσινα, δερματώδη φύλλα. Ανθίζει την περίοδο του καλοκαιριού. Αναπτύσσεται σε εδάφη ελαφρώς όξινα έως ουδέτερα, με καλή αποστράγγιση και σε ηλιόλουστες ή/και ημισκιερές τοποθεσίες. Είναι φυτό ανθεκτικό στο κρύο και τους αστικούς ρύπους. Λόγω της μεγάλης καλλωπιστικής της αξίας, η μεγανθής μανόλια φυτεύεται σε κήπους, σε πάρκα, σε πλατείες.

Πολυετές αρωματικό φυτό της οικογένειας των χειλανθών (Labiaceae), ιθαγενές της Μεσογείου. Έχει μικρά μυρωδάτα φύλλα. Συναντάται αυτοφυές στη χώρα μας, αλλά καλλιεργείται από την αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες. Ανθίζει από τον Ιούλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη μαγειρική, ως αφέψημα αλλά και ως καλλωπιστικό στην κηποτεχνία σε ομαδικές φυτεύσεις, παρτέρια, βραχόκηπους.

Φυλλοβόλο δέντρο της οικογένειας των Ουλμιδών (Ulmaceae). Εξαπλώνεται στη Ν. Ευρώπη, στη βορειοδυτική Αφρική και φτάνει μέχρι την Ανατολία και τον Καύκασο. Το ύψος του μπορεί να φτάσει τα 25 μέτρα. Τα φύλλα είναι κατ’ εναλλαγή, ωοειδή-λογχοειδή, με πριονωτό περίγραμμα και οξύληκτη κορυφή. Η επάνω επιφάνειά τους έχει βαθυπράσινο χρώμα με τριχίδια ενώ η κάτω πιο γκρίζο-πράσινο και με πυκνό χνούδι. Η μελικοκιά ανθίζει από τον Μάρτιο έως τον Απρίλιο και τα άνθη της είναι μικρά, πράσινα, απέταλα, ερμαφρόδιτα, είτε μεμονωμένα είτε σε μικρές ομάδες στις μασχάλες των φύλλων. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες θέσεις. Είναι ανθεκτική στους ισχυρός ανέμους και έχει εξαιρετική αντοχή στην ξηρασία και τη ζέστη. Προτιμά τα βαθιά γόνιμα σχεδόν υγρά εδάφη, αλλά τα πάει καλά και σε μέτρια σχετικά ξηρά εδάφη με καλή όμως αποστράγγιση.
Στην Ελλάδα απαντά κυρίως στην ηπειρωτική χώρα και σπάνια στα νησιά, σε ημιφυσικούς φράκτες μεταξύ των αγρών και σε υψόμετρο μέχρι 850 μέτρα. Είναι πολύ ανθεκτικό φυτό στη ρύπανση και φυτεύεται ως καλλωπιστικό, μέσα στις πόλεις, σε δενδροστοιχίες ή μεμονωμένα σε μεγάλα πάρκα.

H μέντα είναι ποώδες αρωματικό φυτό των εύκρατων περιοχών. Ανήκει στην οικογένεια των Χειλανθών (Lamiaceae). Έχει άνθη ευωδιαστά, λευκά ή ιώδη, που σχηματίζουν ταξιανθία στάχεος. Η ελληνική χλωρίδα περιλαμβάνει διάφορα είδη μέντας. Είναι φυτό που αναπτύσσεται ταχύτατα, τα φύλλα του χρησιμοποιούνται στην αρωματοποιία, τη μαγειρική, για την παρασκευή αφεψημάτων, και τη φαρμακευτική λόγω των θεραπευτικών τους ιδιοτήτων. Τα φυτά της μέντας φθάνουν σε ύψος 40 – 60εκ. Προτιμά υγρά εδάφη. Πολλαπλασιάζεται με σπόρο και παραφυάδες.

Φυλλοβόλος θάμνος της οικογένειας των Σκροφουλαριιδών (Scrophulariaceae), με πολύ γρήγορη ανάπτυξη. Έχει μακριά στενά φύλλα με φαιοπράσινο χρώμα στην κάτω επιφάνεια. Τα άνθη σε ταξιανθία βότρυος, χρώματος κυανού, είναι άφθονα και εύοσμα. Ανθίζει από τον Ιούλιο μέχρι το Νοέμβριο. Έχει θεραπευτικές, φαρμακευτικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται στην κηποτεχνία μεμονωμένα ή κατά συστάδες. Είναι κατάλληλο φυτό για παιδικούς κήπους, γιατί προσελκύει τις πεταλούδες. Ευδοκιμεί σε όλα τα εδάφη, ακόμη και στα αμμώδη και ξηρά παραθαλάσσια.

Φυλλοβόλος θάμνος ή δένδρο της οικογένειας των ελαιοειδών (Oleaceae). Κατάγεται από τις περιοχές της Ανατολικής Ευρώπης. Το ύψος του φυτού φτάνει τα 5 μέτρα. Τα φύλλα του είναι απλά και αντίθετα. Τα άνθη του είναι μικρά, αρωματικά και δημιουργούν μεγάλες και πυκνές βοτρυώδη ταξιανθίες. Το χρώμα τους ποικίλει από λευκό, μωβ ή κόκκινο. Ανθίζει από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάιο, για περίπου 20 μέρες. Δεν έχει δυσκολίες στην καλλιέργειά του και είναι ανθεκτικό στις χαμηλές θερμοκρασίες. Συναντάται σε ομαδικές φυτεύσεις σε φράχτες και πλαίσια και συχνότερα σε μεμονωμένες θέσεις στον κήπο.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Αποκυνίδων (Apocynaceae) με ελάχιστες απαιτήσεις. Βρίσκεται αυτοφυής σε όλα τα μέρη της πατρίδας μας. Μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 5 μέτρα. Μεγαλώνει σε ηλιόλουστα μέρη με υγρό υπόστρωμα. Αντέχει τα ελαφρώς υφάλμυρα εδάφη για αυτό μπορεί να φυτευθεί και σε παραθαλάσσιες περιοχές. Έχει λογχοειδή, δερματώδη φύλλα. Είναι τοξικό φυτό, λόγω της τοξικής ουσίας νηριίνης και γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται η φύτευσή του σε χώρους που παίζουν παιδιά. Δεν αντέχει σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Ανθίζει όλο το καλοκαίρι από τον Ιούνιο μέχρι τον Σεπτέμβριο, με άνθη που ανάλογα με την ποικιλία έχουν χρώμα λευκό, ροζ, κόκκινο. Φυτεύεται μεμονωμένα ή σε ομάδες ή σε ελεύθερους φράχτες.

Το πλουμπάγκο, γνωστό και ως μπλε γιασεμί ή κινέζικο γιασεμί, της οικογένειας των Πλουμβαγινιδών (Plumbaginaceae) είναι εντυπωσιακό φυλλοβόλο αναρριχώμενο φυτό με καταγωγή από τη Νότια Αφρική. Το πλουμπάγκο διαθέτει πυκνό γυαλιστερό φύλλωμα και πλούσια ανθοφορία με όμορφα γαλάζια λουλούδια που διαρκεί από την άνοιξη ως το φθινόπωρο. Έχει γρήγορη ανάπτυξη, φτάνει σε ύψος τα δύο μέτρα και φυτεύεται εύκολα τόσο στον κήπο, όσο και σε γλάστρα στο μπαλκόνι. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται για φύτευση σε παρτέρια, σε χαμηλούς φράχτες, σε πέργκολες και σε γωνιακές θέσεις στον κήπο. Το πλουμπάγκο δεν έχει ιδιαίτερες απαιτήσεις ως προς την ποιότητα του εδάφους, αρκεί να υπάρχει καλή αποστράγγιση. Ευδοκιμεί σε ηλιόλουστες θέσεις και όσο περισσότερο ήλιο δέχεται καθημερινά, τόσο περισσότερο ανθοφορεί. Είναι ευαίσθητο στους δυνατούς ανέμους και στην παγωνιά, γι’ αυτό καλό είναι να του εξασφαλίσουμε μια προφυλαγμένη θέση στον κήπο ή στο μπαλκόνι.

Αειθαλής θάμνος ή μικρό δένδρο αργής ανάπτυξης, της οικογένειας των Πυξοειδών (Buxaceae), με καταγωγή από τη νοτιοδυτική Ευρασία και τη βόρειο Αφρική. Φτάνει σε ύψος τα 5 μέτρα. Έχει μικρά, δερματώδη, στιλπνά φύλλα, σκουροπράσινα στην άνω επιφάνεια, πιο ανοιχτόχρωμα στην κάτω. Τα άνθη του είναι μικρά, πρασινοκίτρινα και ο καρπός καστανόχρωμη κάψα. H ανθοφορία του διαρκεί 4 μήνες, από τον Ιανουάριο έως και τον Απρίλιο. Είναι πρώτη πηγή γύρης για τις μέλισσες και δίνει κίτρινη γύρη και πορτοκαλί μέλι. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες και σε ημισκιερές τοποθεσίες, σε δάση κυρίως δρυός μαζί με σχίνους, ακόμη και σε φτωχά μετρίως υγρά, καλά στραγγιζόμενα εδάφη, πλούσια σε ασβέστιο και σε υψόμετρο μέχρι 1600 μέτρα. Είναι ανθεκτικό σε χαμηλές θερμοκρασίες. Όλα τα μέρη του φυτού είναι δηλητηριώδη, ιδιαίτερα τα φύλλα και ο φλοιός. Τα φύλλα του συλλέγονται την άνοιξη, μετά την ανθοφορία, και ξηραίνονται για μετέπειτα χρήση. Ο φλοιός μπορεί να συγκομισθεί οποιαδήποτε στιγμή και ξηραίνεται για χρήση σε αφεψήματα.

Η ρίγανη είναι αρωματικό ποώδες, πολυετές, φυτό της οικογένειας των χειλανθών (Labiaceae). Είναι ιθαγενές φυτό της Μεσογείου και της Κεντρικής Ασίας. Έχει λεπτά κλαδιά που σχηματίζουν ανθοφόρα κεφάλια στις άκρες με άνθη χρώματος ρόδινου-μενεξεδί. Έχει φύλλα χνουδωτά και σταχτόχρωμα. Έχει και πάρα πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες. Στην Ελλάδα απαντάται αυτοφυής σε ορεινές και βραχώδεις περιοχές και συλλέγεται κατά την ανθοφορία. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε βραχόκηπους και για εδαφοκάλυψη.

Φυλλοβόλος καρποφόρος θάμνος ή χαμηλού ύψους δέντρο της οικογένειας των Πουνικιδών (Punicaceae). Κατάγεται από τη νοτιοδυτική Ασία. Το ύψος του φτάνει κατά μέσο όρο τα 4-5 μέτρα. Σχηματίζει πολλούς κλάδους οι οποίοι είναι δύσκαμπτοι με γωνίες και φέρουν ανάλογα με την ποικιλία περισσότερα ή λιγότερα αγκάθια. Τα νεαρά φύλλα έχουν κοκκινωπό χωματισμό και ωριμάζοντας γίνονται πράσινα. Τα ώριμα φύλλα είναι στιλπνά και δερματώδη. Τα άνθη είναι μονήρη ή σε ταξιανθίες έως 5 ανθέων, με πορτοκαλοκόκκινα ή και λευκά πέταλα και έντονα κόκκινα σέπαλα. Οι καρποί είναι σφαιρικοί, με χρώμα πρασινοκίτρινο έως κόκκινο. Έχει προσαρμοστικότητα σε μεγάλη ποικιλία εδαφών, ενώ αναπτύσσεται καλύτερα σε περιοχές με ήπιους χειμώνες. Το φυτό καλλιεργείται τόσο για τον εδώδιμο καρπό του όσο και για λόγους καλλωπιστικούς σε κήπους, παρτέρια, φυτικούς φράκτες και χωρίσματα, άκρες κοντά σε τοίχους.

Αειθαλές αναρριχώμενο φυτό της οικογένειας των Αποκυνοειδών (Apocynaceae), με καταγωγή από την Κινα. Μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 7-8 μέτρα. Έχει άνθη λευκά, αρωματικά, που μοιάζουν με του γιασεμιού, και εμφανίζονται τον Μάιο–Ιούνιο. Η καλλωπιστική του αξία οφείλεται στα άνθη και το γυαλιστερό δερματώδες φύλλωμά του. Είναι κατάλληλο για φύτευση και σε ημισκιερές θέσεις. Για καλύτερη ανθοφορία όμως χρειάζεται ηλιόλουστες θέσεις. Χρειάζεται αρκετό νερό αλλά καλή στράγγιση. Χρησιμοποιείται για κάλυψη επιφανειών (φράχτες–τοίχοι).

Η λεβαντίνη είναι αειθαλές ποώδες αρωματικό ξηροφυτικό φυτό της οικογένειας των Αστεροειδών (Asteraceae). Τα φύλλα του είναι οδοντωτά γκριζοπράσινα ή πράσινα, πολύ μικρά και αρωματικά με βελούδινη υφή. Αρχές του καλοκαιριού δημιουργεί άνθη κίτρινου χρώματος. Το ύψος του μπορεί να φτάσει τα 60 εκ. και το πλάτος του το 1 μ. Ανθίζει από τον Μάιο μέχρι τον Ιούνιο, αλλά τα ξερά άνθη παραμένουν για όλο το καλοκαίρι. Πολύ ανθεκτικό φυτό, χρειάζεται ηλιόλουστα σημεία. Κατάλληλο για βραχόκηπους και χαμηλά πλαίσια. Χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία.

Φυλλοβόλο δέντρο εξαιρετικής εμφάνισης και γρήγορης ανάπτυξης, της οικογένειας των Ακεριδών (Aceraceae). Τα φύλλα του είναι σύνθετα, αποτελούμενα από 5 συνήθως πριονωτά φυλλάρια, ενώ το φύλλωμά του γίνεται ιδιαίτερα ελκυστικό το φθινόπωρο.
Το ύψος του φτάνει τα 15-20 μέτρα. Είναι πολύ ανθεκτικό στο κρύο. Αναπτύσσεται σε μέσης σύστασης εδάφη, σε τοποθεσίες προσήλιες ή ημισκιερές και μπορεί να καλλιεργηθεί ακόμη και σε εδάφη που πλημμυρίζουν συχνά.
Αποτελεί ένα από τα πιο χρήσιμα δέντρα στην κηποτεχνία και την αρχιτεκτονική τοπίου. Χρησιμοποιείται σε πάρκα, σε πλατείες, σε δενδροστοιχίες αλλά και για σκίαση στον κήπο.

Αειθαλής αρωματικός θάμνος της οικογένειας των χειλανθών (Lamiaceae), ιθαγενής κυρίως των Μεσογειακών περιοχών. Φέρει απλά, συνήθως γκρίζα ασημί χνουδωτά φύλλα ποικίλων μορφών και χαρακτηριστικά μωβ άνθη. Χρησιμοποιείται ευρέως στην κηποτεχνία σε ατομικές και ομαδικές φυτεύσεις για σχηματισμό μπορντούρας ή φράχτη και σε παρτέρια.

Φυλλοβόλος ή αειθαλής θάμνος ή αναρριχώμενο φυτό της οικογένειας των Ροδοειδών (Rosaceae). Το γένος των ρόδων περιλαμβάνει περισσότερα από 200 είδη και η καταγωγή τους μπορεί να ποικίλει ανάλογα με το κάθε είδος. Αυτοφύεται σε Ευρώπη και Ασία σε ορισμένες περιοχές της Αφρικής αλλά και της Αμερικής. Φυτό ιδιαίτερης καλλωπιστικής αξίας, λόγω της πλούσιας ανθοφορίας του. Ορισμένες ποικιλίες παράγουν ιδιαίτερα αρωματικά άνθη. Το εύρος των χρωμάτων είναι τεράστιο. Έχει την πρώτη θέση σε παραγωγή και πωλήσεις στα δρεπτά (κομμένα) άνθη. Είναι φυτό γρήγορης ανάπτυξης. Υπάρχουν ποικιλίες θαμνώδεις, δενδρώδεις, αναρριχώμενες, νάνες και ημινάνες. Είναι ιδιαίτερα ανθεκτικό φυτό στο ψύχος αλλά η αντοχή του μεταβάλλεται, ανάλογα με την ποικιλία. Έχει μεγάλη προσαρμοστικότητα, αλλά γόνιμα και καλά στραγγιζόμενα εδάφη είναι η βέλτιστη επιλογή. Για πλούσια ανθοφορία θα πρέπει να επιλέγονται θέσεις φύτευσης με άπλετο φως. Η υγρασία του εδάφους θα πρέπει να είναι επαρκής και τα ποτίσματα του συχνά ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες όπου επικρατούν ξηροθερμικές συνθήκες. Ανάλογα με τον τύπο (θαμνώδεις, αναρριχώμενες, νάνες), οι τριανταφυλλιές μπορούν να φυτευτούν είτε μεμονωμένα είτε σε συστάδες, δημιουργώντας χαμηλούς φράχτες, παρτέρια και χωρίσματα στο κήπο, για αναρρίχηση σε πέργκολες, φράχτες ή τοίχους, ή για χαμηλές μπορντούρες. Τα είδη που χρησιμοποιούνται για τα ροδοπέταλά τους είναι η Rosa centifolia και η Rοsa damascena.

Το Υπερικό είναι πολυετής αρωματικός θάμνος της οικογένειας των Κλουσιοειδών (Clusiaceae). Είναι αειθαλές φυτό με ύψος που μπορεί να φτάσει ως ένα περίπου μέτρο. Τα άνθη του έχουν έντονο γυαλιστερό κίτρινο χρώμα και εμφανίζονται περίπου στα μέσα Ιουνίου. Είναι ενδημικό φυτό σε ολόκληρη σχεδόν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Είναι ανθεκτικό σε σκιά, σε ξηρά και παραθαλάσσια εδάφη με καλή αποστράγγιση. Περιέχει φαρμακευτικές ουσίες και αιθέρια έλαια σε ολόκληρο το φυτό με θεραπευτικές ιδιότητες, γνωστές από την αρχαιότητα. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε ομαδικές φυτεύσεις για μπορντούρες κατά μήκος διαδρομών, σε πλαίσια και παρτέρια με άλλα φυτά.

Φυτό πολυετές της οικογένειας των Χειλανθών (Lamiaceae), με πολλά κλαδιά, ξυλώδη στη βάση τους και τρυφερά στις κορυφές, με ύψος μέχρι 50 εκ. Τα φύλλα του είναι στενόμακρα, μυτερά, χνουδωτά και γκριζοπράσινα. Βρίσκεται αυτοφυές σε όλες τις περιοχές της Ελλάδας, κυρίως σε ξηρούς και πετρώδεις τόπους. Κάθε χειμώνα βγάζει καινούριους τρυφερούς βλαστούς. Στο τέλος της άνοιξης βγαίνουν τα λουλούδια με χρώμα πολύ ανοιχτό βιολετί. Περιέχει αιθέρια έλαια και χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα για τις φαρμακευτικές του ιδιότητες, στην αρωματοποιία και ως αφέψημα. Στην κηποτεχνία χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με άλλα φυτά σε παρτέρια και βραχόκηπους.

Φυλλοβόλος θάμνος της οικογένειας των ελαιοειδών (Oleaceae), ιθαγενής της Κίνας και Ιαπωνίας, πολύ ανθεκτικός στο κρύο και την ξηρασία. Έχει μέτριο ύψος, 2-3 μέτρα, και σχήμα ανεστραμμένου κώνου. Τα άνθη του είναι κίτρινα και εκπτύσσονται νωρίς τον Μάρτιο, πριν από τα φύλλα, σε όλο το μήκος του βλαστού, 2-3 μαζί. Όλο το φυτό είναι εντυπωσιακό κατά την άνθιση, ιδίως όταν φυτεύονται περισσότερα του ενός φυτά σε ομάδες ή συστάδες ή ελεύθερους φράκτες. Στην κηποτεχνία συνδυάζονται ωραία με τις καλλωπιστικές κυδωνιές, με τις οποίες έχουν σύγχρονη άνθιση και δημιουργούν έντονη χρωματική αντίθεση.

Αειθαλής θάμνος της οικογένειας των Ροδανθών (Rosaceae). Έχει πυκνή βλάστηση, φύλλα ελλειπτικά μήκους 10εκ. με κόκκινο χρώμα την άνοιξη που πρασινίζει στη συνέχεια. Έχει μέτριο ρυθμό ανάπτυξης και ύψος μέχρι 5μ. Έχει αντοχή στην ξηρασία και στο ψύχος. Χρησιμοποιείται στην κηποτεχνία σε ομαδικές φυτεύσεις και κυρίως για τη δημιουργία φυτικού φράχτη.

Είναι δέντρο αειθαλές της οικογένειας των Κυαμοειδών (Fabiaceae). Είναι μακρόβιο (ζει ως 200 χρόνια), καρποφόρο, με ύψος 4 – 13 μέτρα που σπάνια φτάνει τα 20 μέτρα. Γνωστό από την αρχαιότητα που το καλλιεργούσαν για τους καρπούς του, τα χαρούπια ή ξυλοκέρατα.

Ευδοκιμεί σε όλα σχεδόν τα είδη των εδαφών, εκτός από τα πολύ υγρά. Προτιμά τα ασβεστούχα και ηλιαζόμενα εδάφη. Αντέχει στην ξηρασία και στα άγονα μέρη. Στην Ελλάδα βρίσκεται αυτοφυής σε πολλές νησιώτικες περιοχές και κυρίως στην Κρήτη, αλλά καλλιεργείται και σε φυτώρια χρησιμοποιούμενο για τον καλλωπισμό δρόμων και πάρκων.